Απενοχοποίηση του φροντιστηρίου ή μήπως «φροντιστηριοποίηση» του Λύκειου;
Ξέρετε όλη η ελληνική εκπαίδευση -θαρρώ και η κοινωνία- είναι δομημένη πάνω στην ΜΗ παραδοχή του αυτονόητου. Συγκρούονται αυτά που λέμε με την πραγματικότητα και φταίει αυτονοήτως… η ίδια η πραγματικότητα. Το ίδιο συνέβαινε μέχρι πρότινος και στην ελληνική εκπαίδευση όσον αφορά τον τρόπο εισαγωγής των παιδιών στο Πανεπιστήμιο. Ενοχοποιούσαμε το σύστημα των πανελλαδικών, ενώ αδυνατούσαμε να βρούμε νέο αναλόγου φερεγγυότητας. Ενοχοποιούσαμε τα φροντιστήρια, ενώ αποτέλεσαν και αποτελούν το σημείο αναφοράς επίτευξης των στόχων του κάθε νέου. Ενοχοποιούσαμε τους καθηγητές του δημοσίου συλλήβδην, χωρίς να τους αξιολογήσουμε για να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι. Ενοχοποιούσαμε τους Υπουργούς που επεδείκνυαν έναν αξιόλογο μεταρρυθμιστικό ζήλο, γιατί «κλείναμε το ματάκι μας» πάντα στη βολή της επανάληψης του ομοίου.
Οι όλο και πληθαίνουσες άσπρες τρίχες στην κεφαλή μου αποστερούν την ιδιότητα να εντυπωσιάζομαι πια ή να πανηγυρίζω για κάποιο σύστημα, πόσω μάλλον πριν την ίδια την εφαρμογή του, μολοντούτο στο σκέλος της εισδοχής φρονώ πως ακολουθεί μια σαφή συλλογιστική, η οποία όμως επιφέρει επαμφοτερίζοντα αποτελέσματα.
Οι σημαντικότερες αλλαγές του συνοψίζονται στα εξής:
-
Διασαφηνίζει και εμπλουτίζει τα τέσσερα βασικά επιστημονικά πεδία (1ο –Ανθρωπιστικές, Νομικές και Κοινωνικές Επιστήμες, 2ο – Θετικές και Τεχνολογικές Επιστήμες, 3ο – Επιστήμες Υγείας και Ζωής, 4ο – Επιστήμες Οικονομίας και Πληροφορικής)
-
Χωρίζει τα τμήματα σε ΤΕΠ (Τμήμα Ελεύθερης Πρόσβασης) και ΤΠΠΕ (Τμήματα πρόσβασης μόνο με πανελλαδικές εξετάσεις). Τα μεν θα είναι ολιγάριθμα και χαμηλής ζήτησης, τα δε πολυάριθμα και θα καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος των σχολών
-
«Μπαίνει στο παιχνίδι» των Πανελλαδικών το απολυτήριο του Λυκείου έστω και κατά 10%, γιατί το 90% της εισδοχής θα εξαρτάται από τα Πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα. Αυτό δεν θα αφορά του μαθητές του έτους 2020-21.Το Απολυτήριο εξετασιοποιείται, με κεκαλυμμένα ονόματα, θέματα στα τέσσερα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα και ένα αρκετά «σφικτότερο» πλαίσιο από το «άρτζι μπούρτζι και λουλάς» project που ήταν δομημένο στο «δώσε και μένα μπάρμπα» ένα απολυτήριο της συμφοράς
-
Υπερδιπλασιάζονται οι διδακτικές ώρες (6 ώρες) των προς πανελλαδική εξέταση μαθημάτων και διευρύνεται σημαντικά η εξεταστέα ύλη τους
-
Καταργούνται οι συντελεστές βαρύτητας οπότε παρατηρείται σταδιακή αλλά όχι κατ’ ανάγκη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τα μαθήματα «ναυαρχίδες» του παρελθόντος βλ. Μαθηματικά, Αρχαία, Βιολογία
-
Θεσμοθετούνται -κατόπιν προειδοποίησης- δύο υποχρεωτικές ωριαίες γραπτές δοκιμασίες και ολιγόλεπτες γραπτές (5-15 λεπτών) για τη διαμόρφωση του προφορικού βαθμού του μαθητού.
-
Αλλάζει εκ βάθρων το μάθημα Νεοελληνική Γλώσσα -που αφορά όλα τα επιστημονικά πεδία- και μετονομάζεται σε Νεοελληνική Γλώσσα και Γραμματεία με την προσθήκη της Λογοτεχνίας σε ένα ιδιότυπο καθεστώς συνεξέτασης
-
Αντικαθίσταται στο πρώτο Επιστημονικό Πεδίο το μάθημα των Λατινικών με αυτό της Κοινωνιολογίας.
Με το παρόν νομοσχέδιο έγινε ένα εξ αρχής στρατηγικό ατόπημα. Πολυδιαφημίστηκε με τον «κράχτη» της «κατάργησης των Πανελλαδικών» και νομοτελειακά θα κριθεί από την «ταμπέλα» αυτοπροσδιορισμού του, πράγμα που ενδεχομένως και να το αδικεί… και να αδικείται από τα συνειδησιακά του αδιέξοδα. Κατάργηση, λοιπόν, πανελλαδικών ΔΕΝ υπάρχει. Και δεν υπάρχει αυτονοήτως μιας και οποιοδήποτε άλλο σύστημα ετέθη σε διαβούλευση -όπως η απευθείας ανάθεση τους από τις σχολές με εξετάσεις εισαγωγής σε αυτές- θα μετέτρεπε τη φερεγγυότερη των εξετάσεων του ελληνικού δημοσίου σε ένα διάτρητο παζάρι ονείρων. Όσον αφορά τα τμήματα ελεύθερης πρόσβασης -ας μη γελιόμαστε- ότι θα είναι ελαχίστων πρωτεύουσα επιλογή.
Από την άλλη, βέβαια, δεν ανέμενε ουδείς τον τόσο έντονο εξετασιοκεντρισμό του όπως και τη ριζική αύξηση της ύλης στο σύνολο των μαθημάτων. Οι διπλές εξετάσεις θα εξασφαλίσουν μεν ένα πιο αξιόπιστο απολυτήριο θα εξαντλήσουν δε τη μαθητιώσα νεολαία στην πορεία του έτους. Όσο για τη θρυλούμενη μείωση των φροντιστηρίων λόγω διεύρυνσης του ωραρίου των προς πανελλαδική εξέταση μαθημάτων στα σχολεία μόνο ως ευφυολόγημα μπορώ να το εισακούσω. Πρόβλεψή μου ότι ο κόσμος θα στραφεί αντανακλαστικά και πάλι στη φροντιστηριακή εποπτεία ακόμη εντονότερα .Το πρόβλημα φαντάζει πολύ βαθύτερο. Οι παροικούντες γνωρίζουν ότι -δυστυχώς- εδώ και χρόνια έχει διαρραγεί η σχέση σχολείου και ελληνικής οικογένειας. Δεν αρκεί μια αύξηση ωρών για να «μπαλώσουμε» το πρόβλημα. Το σχολείο κατατρύχεται από πολλά περισσότερα από τις ανεπαρκείς του ώρες στο ωρολόγιο πρόγραμμα.
Ενστάσεις υπάρχουν σαφώς και στις επιμέρους αλλαγές. Η Κοινωνιολογία κανένας δεν αντιλέγει ότι σαν αυτοτελές μάθημα έχει περισσότερες αναφορές στο σύνολο των τμημάτων των ανθρωπιστικών σπουδών αλλά με το να καθίστανται τα Λατινικά μάθημα επιλογής το πρόβλημα που θα συναντήσουν οι κλασικιστές στο επίπεδο της Γ’ Βάθμιας εκπαίδευσης είναι μια αδιέξοδη πραγματικότητα.
Παραλλήλως, η Νεοελληνική Γλώσσα και Γραμματεία θα συνεξετάζει το μάθημα της παρελθούσας Έκθεσης με τη Λογοτεχνία. Αυτό θα «ξεστήσει» λίγο το μάθημα από την όποια τυποποίηση επιδέχονταν αλλά θα γεννήσει παραλλήλως μικροχάσματα σε βαθμολογικές αποτιμήσεις βαθμολογητών που δεν θα αργήσουν να λειτουργήσουν αποσταθεροποιητικά προς τη μακροημέρευση του μαθήματος υπό αυτό το πλαίσιο.
Αν κατοπτεύσουμε τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι έχουμε τρεις σαφείς προσανατολισμούς εκπαιδευτικής λειτουργίας με μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προθέσεις είτε κοινώς παραδεκτές είτε σκοπίμως ανομολόγητες .Ποιοι είναι αυτοί;
α) την αναβάθμιση του Εθνικού Απολυτηρίου με κάθε κόστος προκειμένου να «σφίξει» το πλαίσιο λειτουργίας του Ενιαίου Λυκείου και αυτό να αποκτήσει αναβαθμισμένο μαθησιακό δυναμικό.
β) τον εξεταστικό «μαραθώνιο» των μαθητών που θα τους φέρει «μια ώρα αρχύτερα» προ των ευθυνών τους και θα τρομάξει άλλους τόσους στην πορεία και θα τους οδηγήσει την τεχνική εκπαίδευση
γ) και την υποβόσκουσα προοπτική αυτονόμηση των σχολικών μονάδων μέσω της σταδιακής μετακύλησης αρμοδιοτήτων στους Δήμους
Λευκός καπνός, λοιπόν, σε μια μακρά διαβούλευση με δομικές αλλαγές που πρέπει να στηριχθούν πρώτα από τους ίδιους τους λειτουργούς της εκπαιδευτικής διαδικασίας ειδάλλως και αυτό το εγχείρημα θα ματαιωθεί εκ των έσω. Το σχολείο δείχνει να θέλει να μοιάσει σαν σε ένα άλλο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» στο φροντιστήριο που τόσα χρόνια –αδίκως- το κρυφοκοίταζε. Και κάπως έτσι η ζωή συνεχίζεται. Εξάλλου, η κυτταρική σχέση του εκπαιδευτικού με την αναζητητική άμιλλα στη γνώση πορεύεται στο διηνεκές…
Επιμέλεια: Δημήτριος Ζανδές Φιλόλογος